Ζωή ή αγορά: Η ηθική της πανδημίας

Όλες οι σημαντικές κυβερνητικές αποφάσεις έχουν ηθικά στοιχεία. Οι συναινέσεις και οι διαφοροποιήσεις κυβερνήσεων και κοινωνιών αποτελούν την καλύτερη μαρτυρία για τις ηθικές αξίες της εποχής. Δουλειά της ηθικής φιλοσοφίας είναι να διασαφηνίσει τις αξίες που βρίσκονται πίσω από τις αποφάσεις. Στον καιρό της πανδημίας, η ηθική έγινε θέμα ζωής και θανάτου.

Η πιο συνηθισμένη ηθική πίσω από τις κυβερνητικές αποφάσεις είναι ο «ωφελιμισμός». Κάθε απόφαση αποβλέπει στην προώθηση της συνολικής ανθρώπινης ευτυχίας εξασφαλίζοντας «το μεγαλύτερο όφελος για τον μεγαλύτερο αριθμό». Η φιλοσοφία προέρχεται από τους Βρετανούς John Stuart Mill και Jeremy Bentham τον 19ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε για να οργανώσει τη βιομηχανική επανάσταση και την αποικιοκρατία. Η «κοινωνική μηχανική» ήταν το βασικό εργαλείο για τη διαχείριση πληθυσμών και τη διάπλαση των εργατών, των στρατιωτών και των στελεχών των αποικιών. Ο ηθικός ωφελιμισμός αποτελεί τεχνική της εξουσίας που προωθεί την καπιταλιστική χρησιμότητα, την αποτελεσματικότητα των πολιτικών και συμβάλλει στην ευτυχία του πληθυσμού όπως πιστεύουν οι κυβερνώντες. Αυτοί σταθμίζουν τα αντιτιθέμενα συμφέροντα και υποστηρίζουν κάποια εναντίον άλλων έτσι ώστε να πετυχαίνουν αθροιστικά τη μεγαλύτερη χρησιμότητα. Σύμφωνα με την πιο απλή εκδοχή, μια απόφαση παίρνεται μετά από στάθμιση των οφελών και του κόστους των εναλλακτικών έτσι ώστε το συνολικό αποτέλεσμα να οδηγεί σε περισσότερη «ευτυχία» για το μεγαλύτερο αριθμό.

Η «ζυγαριά της ευτυχίας»

Ο Bentham ονόμασε την μέθοδο του «ζυγαριά ευτυχίας». Στη μια μεριά μπαίνουν τα πλεονεκτήματα, στην άλλη τα μειονεκτήματα και η στάθμιση αποφασίζει. Για τον ωφελιμισμό, ο ορθολογισμός του διαφωτισμού και τα δικαιώματα υποχωρούν καθώς το συμφέρον είναι ατομική επιλογή που καθοδηγείται από την υποκειμενική βούληση. Ελευθερία είναι η δυνατότητα των υπηκόων να ακολουθούν τα συμφέροντα τους, υπηρετώντας έτσι και το συμφέρον του κράτους. Δουλειά της κυβέρνησης επομένως είναι να δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον για την άσκηση και τον συντονισμό των ιδιωτικών συμφερόντων του homo oeconomicus.
Στη σύγχρονη πολιτική, η συντριπτική πλειοψηφία των αποφάσεων ακολουθεί την λογική της «ζυγαριάς». Σκεφτείτε την απόφαση για την απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ενέργειας (απώλεια θέσεων εργασίας από τη μία ατμοσφαιρική μόλυνση από την άλλη). Τη μεταφορά των αρχαίων από τον σταθμό του μετρό στην Θεσσαλονίκη (τα συμφέροντα των κατασκευαστών ενάντια στην καταστροφή της αρχαιολογικής ακεραιότητας) ή τον εγκλεισμό των προσφύγων σε στρατόπεδα (παραβίαση των δικαιωμάτων τους εναντίον των αντιρρήσεων των ντόπιων στην παρουσία τους). Αυτή η στάθμιση αξιών συμβαίνει και σε ατομικό επίπεδο. Τα πανεπιστημιακά σεμινάρια «πρακτικής ηθικής» εξετάζουν υποθετικά σενάρια σύγκρουσης αξιών. Κάτω από ποιες συνθήκες θα βασανίζατε κάποιον αν πιστεύατε ότι μπορεί να έχει πληροφορίες για επικείμενη έκρηξη βόμβας; Ποιόν από δύο ανθρώπους που πνίγονται θα σώζατε, ένα ηλικιωμένο σολίστα βιολιστή ή ένα νέο φοιτητή; Βοηθούν να ξεκαθαρίσουμε τις αξίες μιας κοινωνίας και τον τρόπο που τις ιεραρχεί. Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφονται τα αντιτιθέμενα συμφέροντα ή αξίες συνήθως προϊδεάζει για το αποτέλεσμα της στάθμισης. Ήταν ηθικά αποδεκτός ο πυρηνικός βομβαρδισμός της Χιροσίμα; Οδήγησε στον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων ενώ το κέρδος ήταν η συντόμευση του πολέμου. Αλλά τη στιγμή της απόφασης δεν υπήρχε άμεση ή ασφαλής αιτιακή σχέση μεταξύ της σίγουρης θανάτωσης των κατοίκων της πόλης και του μελλοντικού «θετικού» αποτελέσματος που εξαρτάτο από πολλούς εξωγενείς παράγοντες.

Ζωή ή αγορά;

Αυτά τα αφηρημένα παραδείγματα έγιναν απαιτητικές ερωτήσεις στην πανδημία. Η πολιτική της «ανοσίας της αγέλης» αποτελεί την πιο χαρακτηριστική εφαρμογή του βιοπολιτικού ωφελιμισμού. Αν δεν ληφθούν περιοριστικά μέτρα, θα μολυνθεί το 80% του πληθυσμού και θα επιτευχθεί γενική ανοσία. Αλλά αυτό θα οδηγήσει στον θάνατο εκατοντάδες χιλιάδες ηλικιωμένους και ευπαθείς πολίτες. Όσο η στάθμιση αφορούσε τη μελλοντική ανοσία, η αποδοχή της εκατόμβης των ευάλωτων ήταν δύσκολη και διάφορα περιοριστικά μέτρα επιβλήθηκαν παντού. Σύντομα όμως μπήκε στη ζυγαριά δίπλα στη μελλοντική ανοσία η επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας και η επιβίωση του καπιταλισμού. Το ακούσαμε χτες και στην Ελλάδα. Η Αττική είναι «κόκκινη» αλλά η εμπορική δραστηριότητα δεν μπορεί να διακοπεί για να σώσει ζωές.
Σε πρόσφατα Αγγλική τηλεοπτική συζήτηση, ο Τζόναθαν Σάμπτιον, διανοούμενος δικαστής και πρώην μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βρετανίας, υποστήριξε ότι τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας τιμωρούν δυσανάλογα πολλούς «δήθεν για το κοινό καλό». Εξηγώντας την άποψη του κατά του lockdown δήλωσε ότι «δεν έχουν όλες οι ζωές την ίδια αξία». Η ζωή μιας γυναίκας με καρκίνο είναι «λιγότερο πολύτιμη» από τις ζωές των παιδιών και των εγγονών του. Για τον δικαστή, η «υστερική» αντιμετώπιση της πανδημίας με επείγουσα νομοθέτηση άχρηστων περιοριστικών μέτρων μπορεί να είναι χειρότερη από την αρρώστια.

«Ποιος είσαι εσύ, να αποτιμήσεις τη ζωή μου» απάντησε στον Σάμπτιον η παρουσιάστρια του προγράμματος που έχει προχωρημένο καρκίνο. Όλες οι ζωές είναι ιερές και πρέπει να σώζονται ανεξάρτητα από το τι είδους ζωές είναι. Η ιερότητα της ζωής, ιδέα που ξεκινάει με τον Χριστιανισμό, είναι μια από τις επιφανειακές αρχές του φιλελεύθερου καπιταλισμού. Αλλά το κύριο χαρακτηριστικό της φιλελεύθερης ιδεολογίας είναι ότι απορρίπτει τις έντονες ιδεολογικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις. Η πολιτική πρέπει να είναι «επιστημονική» και πραγματιστική, οι πολίτες να ασχολούνται με την προώθηση των συμφερόντων και των απολαύσεών τους. Η ηθική είναι ιδιωτικό ζήτημα, ανάμεσα στον Θεό, τον άνθρωπο και τη συνείδησή του.

Ο Ιμάνουελ Καντ, ιδρυτής του φιλελευθερισμού, πίστευε πως το ιδανικό σύνταγμα μιας κοινωνίας, που δικαιολογημένα υποπτεύεται τις ηθικές ικανότητες του ανθρώπου, δεν πρέπει να περιλαμβάνει καμία αξία, αρετή ή εκδοχή του καλού. Χρειάζεται ουδέτερους μηχανισμούς κοινωνικής συνεργασίας χωρίς ιδεολογία ή ηθική. Δύο είναι οι πιο κατάλληλοι: το δίκαιο και η αγορά. Ο αυστηρός νόμος και η αγορά επιφέρουν την νομική και εμπορική ένωση της ανθρωπότητας. Μόνο οι απαγορεύσεις του νόμου δημιουργούν «ατομική ευθύνη» στον φιλελευθερισμό. Μόνο η επιδίωξη του ιδιωτικού συμφέροντος υπηρετεί το κοινό καλό. Οι άλλες πηγές ηθικής ευθύνης, το δημόσιο συμφέρον, η αγάπη, η αλληλεγγύη έγνοια για τον άλλο δεν είναι δουλειά του φιλελευθερισμού ή του κράτους. Η ζυγαριά δέχεται μόνο δύο αξίες: τη ζωή και την αγορά.

Έχουμε λοιπόν μια απόφαση που ζυγίζει τη ζωή απέναντι στον καπιταλισμό. Πως μπορεί να γίνει; Ο δικαστής υποστήριξε ότι η ιδέα των «ποιοτικά προσαρμοσμένων προσδόκιμων χρόνων» (quality-adjusted life-years ή QALYs) της ιατρικής ηθικής πρέπει να γενικευθεί. Η ιδέα χρησιμοποιείται από γιατρούς για τη λήψη ατομικών αποφάσεων διανομής ιατρικών πόρων όταν υπάρχει έλλειψη. Όπως ξέρουμε γιατροί αναγκάστηκαν να πάρουν επανειλημμένα τέτοιες αποφάσεις στην Ιταλία και αλλού όταν δεν υπήρχαν αρκετές ΜΕΘ για όλους τους ασθενείς Covid που τις χρειάζονταν. Κατά τον δικαστή τέτοια στάθμιση πρέπει να γίνει και για τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας «αν θέλουμε να εξετάσουμε την αξία της ζωής». Θάνατοι στη μια μεριά της πλάστιγγας, οικονομικές απώλειες στην άλλη.

Το κάνουν συνεχώς οι κυβερνήσεις παρότι δεν έχουν την παρρησία ή την ευστροφία του δικαστή. Ο Μπόρις Τζόνσον και o έμπιστος σύμβουλος του Dominic Cummings είπαν πρώτοι κυνικά πέρυσι τον Φεβρουάριο ότι «αν πεθάνουν πολλοί χωρίς lockdown, τι να κάνουμε;». Καθυστέρησαν να επιβάλλουν περιοριστικά μέτρα, το έκαναν απρόθυμα, ο αριθμός των θυμάτων γιγαντώθηκε. Τα ίδια έκανε ο Τραμπ, ο Μπολσονάρο, η Σουηδία και πιο προσεκτικά οι περισσότερες κυβερνήσεις. Τώρα η στάθμιση γίνεται μεταξύ ζωής και καπιταλισμού. Ο γνωστός μας Σόϊμπλε δήλωσε ότι «δεν είναι απόλυτο» ότι η διάσωση της ανθρώπινης ζωής έχει προτεραιότητα έναντι της οικονομίας. Ο αντικυβερνήτης του Τέξας Νταν Πάτρικ, πιο σαφής, δήλωσε ότι οι ηλικιωμένοι θα όφειλαν να προθυμοποιηθούν να πεθάνουν προκειμένου να σώσουν την οικονομία για τους νεότερους. Στη Βρετανία, ο συντηρητικός «Telegraph» έγραψε ότι «ο COVID-19 μπορεί να αποδειχθεί ευεργετικός καθώς εξολοθρεύει δυσανάλογα τα γηραιότερα εξαρτημένα άτομα». Για τους Sunday Times «ο υπερβολικός φόβος της αρρώστιας και του θανάτου έχει αδρανοποιήσει το έθνος και διαβρώνει την εργασιακή ηθική μιας γενιάς».
Παρά τις φιλοσοφικές ενστάσεις, ο φιλελεύθερος καπιταλισμός δεν είναι παρά μια εκδοχή του ωφελιμισμού. Η σωτηρία και η ιερότητα της ζωής εγκαταλείπονται όταν κινδυνεύει το πρωταρχικό, όταν απειλείται η αγορά ή όταν το κράτος εμφανίζεται ως λύση και όχι ως πρόβλημα. Γιατί όπως σώθηκαν οι τράπεζες με τα λεφτά μας το 2008, θα μπορούσαν σήμερα τα κράτη να υποστηρίξουν τους εργαζόμενους οικονομικά μέχρι να τελειώσει η πανδημία. Θα μπορούσαν να επιβάλλουν ένα «φόρο πανδημίας» στους πλούσιους. Όπως δήλωσε η Oxfam στο Davos προχτές οι δέκα πλουσιότεροι άνθρωποι κέρδισαν 400 δισεκατομμύρια στην πανδημία, ποσό αρκετό για να εμβολιαστεί ο παγκόσμιος πληθυσμός. Αλλά ποια κυβέρνηση θα αντιταχθεί στο κεφάλαιο. Δεν επιτάχτηκαν οι πατέντες των εμβολίων, ούτε καν εξαγοράζονται από τις κυβερνήσεις για να σώσουν ζωές. Όταν η στάθμιση βάζει τη ζωή στη μια πλευρά και το κεφάλαιο στην άλλη, το αποτέλεσμα είναι γνωστό.

Τα μέτρα της κυβέρνησης δείχνουν ότι ο κοινωνικός Δαρβινισμός γίνεται εύκολα οικονομικός μια και η οικονομική επιβίωση είναι δουλειά των εργαζόμενων, όχι του κράτους ή του καπιταλισμού. Έτσι αναπτύσσεται μια σύγχρονη μορφή «ευγονικής που ντρέπεται να πει το όνομά της». Αυτή η θυσία αίματος στον καπιταλισμό είναι η πιο τραγική πολιτική εξέλιξη και η αποθέωση της καπιταλιστικής βιοπολιτικής: ο κυρίαρχος αποφασίζει ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει ακολουθώντας τις υποδείξεις του κεφαλαίου.

Και όμως υπάρχει άλλος δρόμος. Η πανδημία μας θύμισε μεγάλες αλήθειες που είχαμε ξεχάσει: την ανθρώπινη τρωτότητα, τη σημασία των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, την παρηγοριά της αλληλεγγύης, την υπόσχεση της ισότητας. Η φυσική απόσταση που κρατάμε για να προφυλάξουμε τους πιο ευάλωτους αποτελεί την καλύτερη έκφραση της κοινωνικότητας, του «είμαστε όλοι μαζί». Ανακαλύψαμε πάλι ιδανικά, μάθαμε να μοιραζόμαστε οφέλη και βάρη, να κάνουμε θυσίες ο ένας για τον άλλο. Αν κάνουμε μόνιμα αυτά που εφαρμόσαμε προσωρινά μπορούμε να ελπίζουμε για το μέλλον.