Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς
Birkbeck Institute of the Humanities
Θεωρία στο Μέγαρο
ΕΦΣΥΝ ‘Πολιτικά & Φιλοσοφικά Επίκαιρα’
Open Athens
ΜΗ ΜΟΥ ΑΠΤΟΥ
Δεν θα ακούσουμε στην ακολουθία της Ανάστασης αυτό το χωρίο από τον Ιωάννη (20,16).
Η Μαρία Μαγδαληνή έρχεται στον τάφο και βλέπει δύο παληκαριά. Γυρίζει προς τα πίσω και
«θεωρεῖ τὸν Ἰησοῦν ἑστῶτα, καὶ οὐκ ᾔδει ὅτι Ἰησοῦς ἐστι.
λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· γύναι, τί κλαίεις; τίνα ζητεῖς;
ἐκείνη δοκοῦσα ὅτι ὁ κηπουρός ἐστι, λέγει αὐτῷ· κύριε, εἰ σὺ ἐβάστασας αὐτόν, εἰπέ μοι ποῦ ἔθηκας αὐτόν, κἀγὼ αὐτὸν ἀρῶ.
λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μαρία. στραφεῖσα ἐκείνη λέγει αὐτῷ· ῥαββουνί, ὃ λέγεται, διδάσκαλε.
λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ΜΗ ΜΟΥ ΑΠΤΟΥ·
οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν πατέρα μου· πορεύου δὲ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μου καὶ εἰπὲ αὐτοῖς· ἀναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν».
Γράφει ο Ζαν Λυκ-Νάνσυ στο Noli me tangere:
«Η αγάπη και η αλήθεια σε αγγίζουν απομακρύνοντάς σε: αναγκάζουν όσους τους πλησιάζουν να υποχωρήσουν, γιατί η ίδια τους η ύπαρξη αποκαλύπτει, στην αφή την ίδια, ότι είναι απρόσιτες. Είναι αδύνατο να μας αγγίξουν, ακόμη και αν μας πιάσουν. Μας πλησιάζουν κρατώντας την απόστασή τους: μας κάνουν να τις νιώσουμε και αυτή η αίσθηση είναι το νόημα τους. Η αίσθηση της αφής μας διατάζει να μην τις αγγίξουμε».
Πρέπει, πράγματι, να εξηγήσουμε ότι Noli me tangere δεν λέει απλά «Μη μου άπτου». Λέει κυριολεκτικά, «Να μην θέλεις να με αγγίξεις». Το ρήμα nolo είναι το αρνητικό του volo, σημαίνει «Δεν θέλω». Σε αυτό, η λατινική μετάφραση αντικαθιστά το ελληνικό «Μη μου άπτου» (η κυριολεκτική μετάφραση θα ήταν «Μη μ ’αγγίξεις»). Noli: μην το θελήσεις, ούτε καν να το σκεφτείς. Όχι μόνο να μην το κάνεις, αλλά ακόμα και αν το κάνεις (και ίσως η Μαρία η Μαγδαληνή το κάνει, ίσως το χέρι της είναι ήδη τοποθετημένο στο χέρι εκείνου που αγαπάει, ή στα ρούχα του ή στο δέρμα του γυμνού σώματος), ξέχασέ το αμέσως. Δεν κρατάς τίποτα. Δεν μπορείς να αγγίξεις ή να κρατήσεις τίποτα κι αυτό ακριβώς πρέπει να αγαπάς και να γνωρίζεις. Εκεί υπάρχει αλήθεια και αγάπη. Λατρεύω αυτό που ξεφεύγει. Αγάπα αυτό που φεύγει. Αγαπά ότι φεύγει.
Τι σημαίνει μη με αγγίζεις, μη με ακουμπάς, δεν θέλεις να με αγγίξεις. Μόνο σ’ αυτό το μη άγγιγμα βρίσκεται η αλήθεια και η αγάπη; Το σώμα που δεν βρίσκεται στον άδειο τάφο, ο θάνατος και η ανάσταση, το «μη μου άπτου» σμιλεύουν την εικόνα του θείου. Μόνο μέσα από την αναχώρηση και την απουσία, μόνο αν δεν τον αγγίζουμε, υπάρχει ο Θεός στα εγκόσμια. Δεν βρίσκεται στον τάφο ή τον επιτάφιο, δεν τον φιλάμε στον άδειο σταυρό την Παρασκευή και το πρωί του Σαββάτου, ούτε τον αντικρίζουμε μαζί με τις Μαρίες το βράδυ της Ανάστασης. Ο θεός είναι απών, ήρθε για να μην έρθει, έφυγε, δεν μπορούμε να τον αγγίξουμε. Δεν μπορούμε να το κάνουμε κτήμα μας, δεν τον κρατούν τα κεριά, οι σταυροί, τα αφιερώματα και τα άνθη. Ας αφήσουμε τον νεκρό στους νεκρούς, ας αφήσουμε τον Θεό στον πατέρα του, αποστασιοποιημένο στο θεϊκό του σπίτι.
Δεν πάτησε τον θάνατο, ούτε χάρισε ζωή στους νεκρούς. Έφυγε, πήγε στον πατέρα του, αγίασε τον θάνατο. Η ανάσταση αγιοποιεί τον θάνατο, θεοποιεί την ανθρώπινη περατότητα. Ανάσταση, η κένωση του θείου, το άδειασμά του, η δεύτερη ενσωμάτωση που γίνεται αναχώρηση, απουσία, το τεράστιο κενό αυτού που δεν υπήρξε ποτέ.
Μη μου άπτου. Η αφή, το άγγιγμα, η πιο ανθρώπινη αίσθηση, όταν ακουμπάω το χέρι σου, ξέρω ότι είμαι μαζί, με τον άλλο. Ακουμπώντας, χαϊδεύοντας, φιλώντας, γίνομαι άνθρωπος. Γι’ αυτό ο Ιούδας φίλησε τον Χριστό, για να τον κάνει άνθρωπο για τον θάνατο. Αλλά ο αναστημένος Χριστός δεν είναι άνθρωπος, το σώμα δεν σηκώνεται ούτε γυρίζει. Το σώμα δεν έχει ύλη, δεν μπορείς να το ακουμπήσεις. Μη μου άπτου. Δεν μπορείς να αγγίξεις τον θεό ή την αλήθεια. Μόνο από μακριά, μόνο σε σκιές και οράματα, μόνο σε θαύματα και παραμύθια. Αγάπη είναι να δώσεις αυτό που δεν έχεις.
Αλλά για να αγαπήσεις πρέπει να ακουμπήσεις τον άλλο. Αυτοί που μας λένε σήμερα «Μη μου Άπτου», δεν μας παίρνουν την θρησκεία, ούτε τις εκκλησίες, αλλά αυτό που μας κάνει ανθρώπους. Αυτό που θέλει η Μαγδαληνή, η γυναίκα των γυναικών, ο άνθρωπος των ανθρώπων, είναι το άγγιγμα, το σώμα, η σάρκα. Όχι γιατί αμφιβάλλει σαν τον Θωμά και θέλει να βάλει το δάκτυλο στον «τύπον των ήλων», αλλά γιατί το άγγιγμα είναι το ανθρώπινο, η αγάπη, η αλήθεια.
Θα αγγιχτούμε, θα χαϊδέψουμε, θα φιλήσουμε ξανά. Η ζωή εν τάφω θα γίνει η νέα ζωή. Θα ξαναβρούμε την αλήθεια, την αφή της αγάπης. Το «Μη μου Άπτου» του θεού, γίνεται Ακούμπα με, Φίλα με, Κάνε με άνθρωπο, η αγάπη του άλλου με κάνει αθάνατο στη θνητότητα μου.